Περιγραφή :

Έχει μήκος 46-51 εκ. και άνοιγμα φτερούγων 59-73 εκ. Είναι το μεγαλύτερο είδος της οικογένειας. Το καλοκαίρι διακρίνεται εύκολα από το λευκό λαιμό καθώς και από τα δύο μαύρα λοφία και από την ύπαρξη καστανού και μαύρου χρώματος στα πλάγια του κεφαλιού. Κατά το χειμώνα οι χρωματισμοί αυτοί εξαφανίζονται και το κεφάλι αποκτά λευκό χρωματισμό με μαύρο στέμμα και μια στενή λωρίδα πάνω από τα μάτια.

Τροφικές Συνήθειες :

Τρέφεται κυρίως με μικρά ψάρια αλλά και άλλους υδρόβιους οργανισμούς (μικρά καρκινοειδή, έντομα και βάτραχους).

Ενδιαίτημα & σημαντικοί πληθυσμιακοί πυρήνες :

Δείχνει σαφή προτίμηση σε υγρότοπους γλυκού νερού (φυσικούς ή τεχνητούς) πολύ σπάνια σε παράκτιους υγρότοπους με υφάλμυρα νερά. Φωλιάζει σε ευτροφικές (κυρίως) λίμνες με ρηχά νερά και πυκνή εφυδατική και παρόχθια βλάστηση (καλαμιώνες, ψαθιά κλπ). Φτιάχνουν την φωλιά τους στην άκρη του νερού, ανάμεσα στην πυκνή βλάστηση ή κατασκευάζοντας επιπλέουσες φωλιές από χόρτα. Ενίοτε, σχηματίζει χαλαρές αποικίες ή φωλιάζει στις παρυφές αποικιών γλάρων ή γλαρονιών. Δεν έχουν προσδιοριστεί για το είδος σημαντικοί πληθυσμιακοί πυρήνες στην Ήπειρο.

Κυριότερες απειλές & κίνδυνοι :

Τα κυριότερα προβλήματα που αντιμετωπίζει στην Ελλάδα το είδος είναι η γενικότερη υποβάθμιση των ενδιαιτημάτων γλυκού νερού (αποξηράνσεις, διαχείριση νερών, ρύπανση κλπ). Αρκετά άτομα πνίγονται από τυχαία παγίδευση σε δίχτυα ψαράδων. Είναι ευαίσθητα στη γρίπη των πτηνών, και μπορεί να απειληθεί από μελλοντικές επιδημίες του ιού.